Το σπίτι μας είναι ό,τι πολυτιμότερο υλικό αγαθό διαθέτουμε. Το αγαθό αυτό μπορεί να ζημιωθεί ή να καταστραφεί από μια σειρά κινδύνων, οι οποίοι με την πάροδο του χρόνου καθίστανται όλο και πιο συχνοί και έντονοι. Πέραν από την πρόληψη που μπορεί ενίοτε να αποβεί χρήσιμη, στις περισσότερες περιπτώσεις η μόνη προστασία των συμφερόντων μας που σχετίζονται με την ιδιοκτησία του σπιτιού είναι η ασφάλιση. Προκειμένου, όμως, η ασφάλιση αυτή να μας προστατεύει ουσιαστικά πρέπει να τηρούνται κάποιοι βασικοί κανόνες που ακολούθως θα περιγράψουμε.
Γράφει ο Δημήτρης Καράμπελας, Τεχνικός Σύμβουλος Αποζημιώσεων
1. Πλήρης και σωστή περιγραφή
Η περιγραφή της οικοδομής πρέπει να περιλαμβάνει διεύθυνση, είδος κατασκευής, έτος κατασκευής, έκταση σε τετραγωνικά μέτρα, ορόφους, χρήση χώρων και εάν είναι μονοκατοικία ή διαμέρισμα πολυκατοικίας. Επίσης, πρέπει να δηλώνονται τα πραγματικά τετραγωνικά μέτρα και όχι τα αναφερόμενα στην άδεια οικοδομής, εφόσον διαφέρουν.
Τέλος, να αναφέρονται όλοι οι ιδιοκτήτες και το είδος του εμπράγματου δικαιώματος που έκαστος έχει (πλήρη κυριότητα, ψιλή κυριότητα, επικαρπία, κ.λπ.).
Το περιεχόμενο του σπιτιού μπορεί και να μην περιγράφεται, εκτός εάν υπάρχουν ιδιαίτερης αξίας αντικείμενα, οπότε πρέπει να συνταχθεί κατάλογος με αναφορά εκάστου, συνοδευόμενη από την αντίστοιχη αξία. Δεν καλύπτονται αντικείμενα που δεν αποτελούν περιεχόμενο κατοικίας, όπως εμπορεύματα, μηχανήματα, κ.λπ.
2. Επαρκής ασφαλιζόμενη αξία
Η αξία που ασφαλίζεται πρέπει να είναι η αξία καινούργιας ανακατασκευής του ίδιου ακριβώς σπιτιού. Η αξία αυτή δεν πρέπει ούτε να υπολείπεται ούτε να υπερβαίνει την προαναφερθείσα αξία.
Εάν είναι μικρότερη, τότε έχουμε υπασφάλιση και σε οποιαδήποτε ζημία θα αποζημιωθούμε σε μέρος της ζημίας που υποστήκαμε, ίσο με την αναλογία ασφαλιζομένης αξίας προς πραγματική. Εάν είναι μεγαλύτερη, τότε έχουμε υπερασφάλιση και, ενώ θα έχουμε πληρώσει υψηλότερα ασφάλιστρα, δεν πρόκειται να αποζημιωθούμε στη μεγαλύτερη αξία αλλά στην πραγματική.
Εάν έχουμε πάρει τραπεζικό δάνειο για το σπίτι με τη σχετική υποθήκη και το ανεξόφλητο ποσόν του δανείου είναι χαμηλότερο από την πραγματική αξία του σπιτιού, πρέπει να εξακολουθούμε να ασφαλίζουμε το σπίτι στην πραγματική του αξία ως καινούργιο και όχι στην αξία του ανεξόφλητου δανείου, διότι διαφορετικά η Τράπεζα θα πάρει όλη την αποζημίωση και δεν θα περισσεύει ποσόν για τον ασφαλισμένο.
Ο προσδιορισμός της αξίας της οικοδομής ανά τετραγωνικό μέτρο εξαρτάται από το είδος και την ποιότητα κατασκευής. Ένα προσεγγιστικό ποσόν αξίας συνήθους διαμερίσματος μέσης ποιότητας κατασκευής είναι €1.000/τετραγωνικό μέτρο. Οι μονοκατοικίες κατά κανόνα έχουν υψηλότερες τιμές, άνω των €1.500/τετραγωνικό μέτρο. Εάν πρόκειται για μεγάλης αξίας μονοκατοικία, καλό θα ήταν να γίνει μια εκτίμηση από μηχανικό.
Στο περιεχόμενο, η αξία κυμαίνεται αρκετά ανά κατοικία, εφόσον υπάρχουν σπίτια με πολύ διαφορετικά περιεχόμενα. Ένα εντελώς προσεγγιστικό ποσόν ενός μέσου διαμερίσματος κύριας κατοικίας ανέρχεται σε €250 – €300/τετρ. μέτρο. Στις εξοχικές κατοικίες, το ποσόν είναι κάπως χαμηλότερο, περί τα €200/τετρ. μέτρο. Διευκρινίζουμε ότι περιεχόμενο αποτελεί ό,τι παίρνει μαζί του ένας ενοικιαστής όταν φεύγει από το σπίτι. Όπως προαναφέραμε, εάν υπάρχουν αντικείμενα ιδιαίτερης αξίας (συνήθως άνω των €1.500 έκαστο), οι ασφαλιστικές εταιρείες ζητούν αναλυτικό κατάλογο με προσδιορισμό και των αντίστοιχων αξιών. Αυτό δεν είναι πάντοτε εύκολο και συνιστάται σε περιπτώσεις μεγάλης αξίας περιεχομένου να συντάσσεται έκθεση από ειδικό πραγματογνώμονα, η οποία να γίνεται αποδεκτή από τους ασφαλιστές.
3. Ασφαλιζόμενοι κίνδυνοι
Η ασφαλιστική αγορά προσφέρει τυποποιημένα πακέτα κάλυψης κατοικίας που περιλαμβάνουν σχεδόν όλους τους πρακτικά πιθανούς κινδύνους. Τα πακέτα αυτά μπορεί να διαφέρουν μεταξύ τους στα ποσά των απαλλαγών (είναι το ποσόν της ζημίας που αναλαμβάνει ο ασφαλιζόμενος), στα ποσά των ορίων κάλυψης επί μέρους κινδύνων και σε μερικούς δευτερεύοντες κινδύνους που μπορεί να μην περιέχονται σε ορισμένα πακέτα.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίδεται στην κάλυψη σεισμού, η οποία έχει πρόσθετο κόστος και πρέπει να ζητηθεί ξεχωριστά.
Η κάλυψη σεισμού διαθέτει μια διαφορετική ποσοστιαία απαλλαγή, που είναι συνήθως το 2% του ασφαλιζομένου κεφαλαίου και όχι ποσοστό επί της ζημίας, όπως είναι οι λοιπές απαλλαγές. Αυτό σημαίνει ότι μικροζημίες δεν αποζημιώνονται, διότι εάν π.χ. η ασφαλιζόμενη αξία ενός σπιτιού 100 τετραγωνικών μέτρων είναι €100.000, τότε η απαλλαγή είναι 100.000 Χ 2% = 2.000 ευρώ, οπότε ζημία μέχρι €2.000 δεν αποζημιώνεται και από κάθε μεγαλύτερη ζημία θα αφαιρούνται €2.000.
Στους κινδύνους που καλύπτονται περιλαμβάνεται και η αστική ευθύνη, η οποία καλύπτει ζημίες τρίτων και όχι του ίδιου του ασφαλισμένου από τη λειτουργία του σπιτιού. Για παράδειγμα, εάν συμβεί πυρκαγιά στο ασφαλιζόμενο σπίτι και αυτή επεκταθεί σε γειτονικό κτήριο, η αστική ευθύνη καλύπτει τη ζημία του γειτονικού κτηρίου μέχρι κάποιο όριο. Επειδή αυτό το όριο συνήθως δεν είναι αρκετό ώστε να καλύψει μια μεγάλη ζημία, ο ασφαλιζόμενος μπορεί να ζητήσει πρόσθετη κάλυψη αστικής ευθύνης μέσω άλλου ασφαλιστηρίου.
Συμπέρασμα
Η ασφάλιση κατοικιών συνιστάται ανεπιφύλακτα, καθώς το κόστος δεν είναι μεγάλο και κυμαίνεται περί το 1 τοις χιλίοις για την οικοδομή και περί το 2 τοις χιλίοις για το περιεχόμενο ετησίως, ενώ με την προσθήκη του σεισμού τα ποσοστά αυτά περίπου διπλασιάζονται. Στις προηγμένες οικονομικά χώρες του εξωτερικού σχεδόν όλα τα σπίτια είναι ασφαλισμένα, ενώ στην Ελλάδα η ασφαλισιμότητα σπιτιών ευρίσκεται περίπου στο 15% – 20%.